...Μια ώρα τώρα το κοιτάζω και προσπαθώ να καταλάβω τι ώρα είναι.. Οι χτύποι σαν σφυριές τρυπούν τ' αυτιά μου πλέον.. Άραγε πέρασε μόνο μια ώρα?... Ξανακοίταξα. Πλησίασα. Πλησίασα λίγο περισσότερο.. Τότε συνειδητοποίησα πως χαμογελούσα γιατί κατάλαβα όταν είδα τις μπαταρίες στο πάτωμα... Ξαφνικά τρεις γνώριμες φάτσες εμφανίστηκαν στον καθρέφτη στα δεξιά και γελούσαν μ' όλη τους τη δύναμη χωρίς ν' ακούγονται.. Πήγαιναν ρυθμικά μπρος πίσω με κλειστά τα μάτια σαν να φοβόντουσαν να κοιτάξουν.. Ο ήχος ήρθε καθυστερημένα και ήταν τελείως ασυγχρόνιστος με την εικόνα.. Ανατριχιαστικά γέρικα γέλια έβγαιναν απ' τα στόματα των νέων και μου θύμιζαν το μέλλον.. Τότε μου ήρθε αμέσως στο μυαλό η αστραπή και η βροντή και κοίταξα στην κούπα με το τσάι που κρατούσα, χωρίς ίσως λόγο, στα χέρια μου.. Προσπάθησα να εστιάσω βαθιά μέσα του και να δω πέρα απ' το κόκκινο χρώμα του.. Μετά από λίγο κατάφερα να παρατηρήσω μια τελεία στο κέντρο του πάτου.. Μπορεί να ήταν και άνω τελεία, όταν πριν προλάβω να σιγουρευτώ μια απότομη ρουφήχτρα με τράβηξε κατευθείαν μέσα...
Όταν άνοιξα τα μάτια μου ήμουν πάλι στην ίδια θέση, καθιστός στο κρεβάτι του δωματίου μου.. Όλα (σχεδόν) ίδια.. Ο καθρέφτης αυτή τη φορά ήταν κάτω απ' το ρολόι που κρεμόταν ανάποδα ψηλά στον τοίχο.. Δε με παραξένεψε και πολύ όμως όταν είδα το χαλί στο ταβάνι και τη λάμπα αναμμένη στο πάτωμα σαν μπαλόνι γεμάτο με ήλιο.. Το τσάι τώρα ήταν πάνω σ' ένα τραπεζάκι, που πρώτη φορά έβλεπα, μπροστά απ' την πόρτα, η οποία δεν είχε χερούλι μόνο ένα ματάκι το οποίο έμοιαζε περισσότερο να κοιτάζει αυτό μέσα σου και όχι εσύ σ' εκείνο..
Σηκώθηκα. Θυμήθηκα ξανά την αστραπή και βγήκα στο μπαλκόνι να την ψάξω.. Είχε πια νυχτώσει, πρέπει να ήταν 16:06 απ' ό,τι άκουσα.. Για κάποιο περίεργο λόγο έξω δεν είδα πουθενά κάγκελα.. Έκανα ένα βήμα πέρα απ' τα σύνορα του μπαλκονιού με διάθεση να πέσω, αλλά δεν τα κατάφερα.. Σκαλοπάτια εμφανίζονταν το ένα μετά το άλλο σε κάθε μου πάτημα.. Άλλα ανέβαιναν, άλλα κατέβαιναν.. Κάποια στιγμή έχασα την αίσθηση του ύψους.. Πρέπει να είχαμε ανέβει αρκετά.. Συνέχισα να ψάχνω εκείνη τη λάμψη στον ουρανό, αλλά σε κάθε ματιά με κάρφωνε και ένα διαφορετικό φως αστεριού.. Ευτυχώς τουλάχιστον είχε πανσέληνο για να βλέπω που πατάω.. Και μόλις επαναπαύθηκα σ' αυτήν τη σκέψη τα σκαλοπάτια έσβησαν μαζί με όλα τα λαμπιόνια του στολισμένου μου ουρανού.. Και έπεσα. Στα μαλακά (ο άτυχος)...
Αυτήν τη φορά καθόμουν δίπλα σε μια γυναίκα, μέσα σ' ένα λεωφορείο υπεραστικών διαδρομών.. Δε ξέρω πως βρέθηκα εκεί, ούτε που μ' ένοιαζε είναι η αλήθεια, απλά συνέχισα να κοιτάζω έξω απ' το παράθυρο, ως συνήθως.. Παρακολουθούσα την ανώμαλη, άτακτη πορεία που διέγραφαν τα σύννεφα σαν τον καπνό που φεύγει απ' το τσιγάρο με μανία χωρίς να ξέρει προς τα που πηγαίνει.. Ήμουν τόσο συγκεντρωμένος που τρόμαξα όταν ξαφνικά πέρασαν από μπροστά μου βιαστικές σταγόνες που έβγαιναν απ' τη γη με στόχο να χαθούν κάπου ανάμεσα στο μαύρο εκεί ψηλά.. Δε ξέρω γιατί, αλλά μου άφησαν την εντύπωση κουρασμένων δακρύων που ήθελαν καιρό να ξετρυπώσουν απ' τις μικρές φωλιές τους.. Και ένα τραγούδι στο ραδιόφωνο σε χαμηλή ένταση συμπλήρωνε γλυκά το περίεργα όμορφο αυτό τοπίο.. Μετά γύρισα προς τη γυναίκα δίπλα μου που τόση ώρα (πόση άραγε..) δεν είχε πει κουβέντα.. Και τότε κόπηκε η ανάσα μου, πάγωσα.. Το λεωφορείο ήταν γεμάτο κέρινες κούκλες επιβάτες που έμοιαζαν να πηγαίνουν αιώνια προς το πουθενά.. Αμέσως έτρεξα να το σταματήσω, αλλά συνειδητοποίησα πως τα πάντα ήταν από πάντα ακίνητα.. Μα στα παράθυρα, σαν ατελείωτα βιντεάκια πλύσης εγκεφάλου, τα σύννεφα ακόμη ζωγράφιζαν τον υποτιθέμενο ουρανό..
Βγήκα "έξω" τρέχοντας (για να ξεφύγω) νομίζοντας πως περνώντας απλά την πόρτα θα έβγαινα έξω.. Έκανα λάθος. Έπεσα στο κενό και όλα γύρω μου έσβησαν στιγμιαία.. Και όταν άνοιξα τα μάτια μου... Χαμογέλασα, ίσως το μόνο που μπορούσα να κάνω.. Κοίταξα τον ουρανό που είχε πάρει τη θέση του ταβανιού.. Ήμουν στο δωμάτιο και πάλι. Στην ίδια θέση, μα όλα πάλι διαφορετικά.. Άρχισα να γελάω, αλλά τώρα πια ήμουν εγώ αυτός που έβγαζε εκείνους τους ανατριχιαστικούς ήχους απ' το στόμα μου.. Ξαφνικά σταμάτησα. Άκουσα το ρολόι. Προσπάθησα μάταια να δω την ώρα.. Ξανασήκωσα το κεφάλι μου ψηλά στο απέραντο μαύρο. Τελικά κατάλαβα πως...
Όταν κοιτάζω τον ουρανό με τ' άστρα νιώθω πως βρίσκομαι στο παρελθόν, όχι μόνο το δικό μου, αλλά του κόσμου όλου...
Όταν άνοιξα τα μάτια μου ήμουν πάλι στην ίδια θέση, καθιστός στο κρεβάτι του δωματίου μου.. Όλα (σχεδόν) ίδια.. Ο καθρέφτης αυτή τη φορά ήταν κάτω απ' το ρολόι που κρεμόταν ανάποδα ψηλά στον τοίχο.. Δε με παραξένεψε και πολύ όμως όταν είδα το χαλί στο ταβάνι και τη λάμπα αναμμένη στο πάτωμα σαν μπαλόνι γεμάτο με ήλιο.. Το τσάι τώρα ήταν πάνω σ' ένα τραπεζάκι, που πρώτη φορά έβλεπα, μπροστά απ' την πόρτα, η οποία δεν είχε χερούλι μόνο ένα ματάκι το οποίο έμοιαζε περισσότερο να κοιτάζει αυτό μέσα σου και όχι εσύ σ' εκείνο..
Σηκώθηκα. Θυμήθηκα ξανά την αστραπή και βγήκα στο μπαλκόνι να την ψάξω.. Είχε πια νυχτώσει, πρέπει να ήταν 16:06 απ' ό,τι άκουσα.. Για κάποιο περίεργο λόγο έξω δεν είδα πουθενά κάγκελα.. Έκανα ένα βήμα πέρα απ' τα σύνορα του μπαλκονιού με διάθεση να πέσω, αλλά δεν τα κατάφερα.. Σκαλοπάτια εμφανίζονταν το ένα μετά το άλλο σε κάθε μου πάτημα.. Άλλα ανέβαιναν, άλλα κατέβαιναν.. Κάποια στιγμή έχασα την αίσθηση του ύψους.. Πρέπει να είχαμε ανέβει αρκετά.. Συνέχισα να ψάχνω εκείνη τη λάμψη στον ουρανό, αλλά σε κάθε ματιά με κάρφωνε και ένα διαφορετικό φως αστεριού.. Ευτυχώς τουλάχιστον είχε πανσέληνο για να βλέπω που πατάω.. Και μόλις επαναπαύθηκα σ' αυτήν τη σκέψη τα σκαλοπάτια έσβησαν μαζί με όλα τα λαμπιόνια του στολισμένου μου ουρανού.. Και έπεσα. Στα μαλακά (ο άτυχος)...
Αυτήν τη φορά καθόμουν δίπλα σε μια γυναίκα, μέσα σ' ένα λεωφορείο υπεραστικών διαδρομών.. Δε ξέρω πως βρέθηκα εκεί, ούτε που μ' ένοιαζε είναι η αλήθεια, απλά συνέχισα να κοιτάζω έξω απ' το παράθυρο, ως συνήθως.. Παρακολουθούσα την ανώμαλη, άτακτη πορεία που διέγραφαν τα σύννεφα σαν τον καπνό που φεύγει απ' το τσιγάρο με μανία χωρίς να ξέρει προς τα που πηγαίνει.. Ήμουν τόσο συγκεντρωμένος που τρόμαξα όταν ξαφνικά πέρασαν από μπροστά μου βιαστικές σταγόνες που έβγαιναν απ' τη γη με στόχο να χαθούν κάπου ανάμεσα στο μαύρο εκεί ψηλά.. Δε ξέρω γιατί, αλλά μου άφησαν την εντύπωση κουρασμένων δακρύων που ήθελαν καιρό να ξετρυπώσουν απ' τις μικρές φωλιές τους.. Και ένα τραγούδι στο ραδιόφωνο σε χαμηλή ένταση συμπλήρωνε γλυκά το περίεργα όμορφο αυτό τοπίο.. Μετά γύρισα προς τη γυναίκα δίπλα μου που τόση ώρα (πόση άραγε..) δεν είχε πει κουβέντα.. Και τότε κόπηκε η ανάσα μου, πάγωσα.. Το λεωφορείο ήταν γεμάτο κέρινες κούκλες επιβάτες που έμοιαζαν να πηγαίνουν αιώνια προς το πουθενά.. Αμέσως έτρεξα να το σταματήσω, αλλά συνειδητοποίησα πως τα πάντα ήταν από πάντα ακίνητα.. Μα στα παράθυρα, σαν ατελείωτα βιντεάκια πλύσης εγκεφάλου, τα σύννεφα ακόμη ζωγράφιζαν τον υποτιθέμενο ουρανό..
Βγήκα "έξω" τρέχοντας (για να ξεφύγω) νομίζοντας πως περνώντας απλά την πόρτα θα έβγαινα έξω.. Έκανα λάθος. Έπεσα στο κενό και όλα γύρω μου έσβησαν στιγμιαία.. Και όταν άνοιξα τα μάτια μου... Χαμογέλασα, ίσως το μόνο που μπορούσα να κάνω.. Κοίταξα τον ουρανό που είχε πάρει τη θέση του ταβανιού.. Ήμουν στο δωμάτιο και πάλι. Στην ίδια θέση, μα όλα πάλι διαφορετικά.. Άρχισα να γελάω, αλλά τώρα πια ήμουν εγώ αυτός που έβγαζε εκείνους τους ανατριχιαστικούς ήχους απ' το στόμα μου.. Ξαφνικά σταμάτησα. Άκουσα το ρολόι. Προσπάθησα μάταια να δω την ώρα.. Ξανασήκωσα το κεφάλι μου ψηλά στο απέραντο μαύρο. Τελικά κατάλαβα πως...
Όταν κοιτάζω τον ουρανό με τ' άστρα νιώθω πως βρίσκομαι στο παρελθόν, όχι μόνο το δικό μου, αλλά του κόσμου όλου...
3 σχόλια:
Μάλλον θα ήταν ωραίο και για video clip αυτό τώρα που το σκέφτομαι... :P
Καλό μήνα σε όλους! :)
Υπέροχο πραγματικά, και είχε ζωντανέψει μπροστά στα μάτια μου καθώς το διάβαζα... πριν καν δω την ιδέα σου για video clip!
Πολύ κιθάρα θα ήθελε... σίγουρα...
Φιλιά
Sweet truth,
χαχα! Λες? :P
Έχουμε από κιθάρα μπόλικη.. ;)
Μπες στο λινκ (στην ώρα) αν θες να δεις και το άλλο..! Διαφορετικό, αν και δεν του φαίνεται εξ αρχής, αλλά ίσως σ' αρέσει και εκείνο.. :)
Καλό ξημέρωμα!
Φιλιά! :*
Δημοσίευση σχολίου