Κοίταζα τις φωτογραφίες των ημερών μας.. Τις κοίταζα πολύ ώρα μα δε μπορούσα να με βρω σε καμία τους.. Έμοιαζαν όλες λευκές και ανούσιες.. Μα δε μπόρεσα ποτέ να το καταλάβω αυτό.. Είπα πως απλά μάλλον χρησιμοποιούσαμε χαλασμένη φωτογραφική.. Και το έχαψα.
Πνίγομαι σ' αυτό το δωμάτιο τώρα, θέλω λίγο αέρα, καθαρό, ξένο. Που να μην το ξέρω και να μη με ξέρει. Θέλω να με χτυπήσει απότομα σαν τους βιαστικούς περαστικούς που δεν τους χωράει ο τόπος και μετά να με χαϊδέψει σαν το πιο γλυκό χέρι που γνώρισα ποτέ μου.. Και φυσικά μετά σαν σωστός άγνωστος θα μου ζητήσει μια τυπική συγγνώμη και εγώ θα τη δεχτώ και μ' ένα βεβιασμένο, μπαγιάτικο χαμόγελο θα φύγω.. Ένα χαμόγελο σαν αυτά που αφήνουν οι κλόουν μετά την τελευταία τους υπόκλιση και ύστερα εξαφανίζονται καθώς πέφτει το απρόσωπο εκείνο χειροκρότημα.. Και όταν το παιδάκι ρωτήσει για το που πήγε αυτός ο περίεργος τύπος, η μητέρα του θα το καθησυχάσει λέγοντάς του πως θα ξανάρθει.. Και εκείνος έρχεται και ξανάρχεται.. Και πάντα με το ίδιο χαμόγελο.. Ώσπου μια μέρα χάνεται στα χρώματά του και το παιδάκι μένει με την απορία..
Βγήκα στο μπαλκόνι μα δε μου 'φτασε.. Ντύθηκα πρόχειρα και πήγα μια βόλτα. Κάπου εκεί ανάμεσα στ' ανώνυμα και ξεχασμένα απ' τους ανθρώπους στενάκια μπας και βρω την ησυχία να μου κάνει λίγο παρέα όσο εγώ θα μιλάω μόνος μου.. Όσο θα της λέω τις αδιάφορες γι' αυτήν ιστορίες μου.. Όσες πια (θέλω να) θυμάμαι...
Και πάνω που βρήκα δύναμη να βγω, πάλι βρέχει εκεί έξω.. Κάτι τέτοιες ώρες μου τη σπάει η βροχή.. Όχι η πολύ, η λίγη.. Αυτή που ρίχνει αργά και βασανιστικά μία μία τις σταγόνες της στο μέτωπό μου και δε μ' αφήνει να ηρεμήσω, να ξεχαστώ.. Σαν ένα δάχτυλο, πιθανότατα δείκτης, που σε χτυπάει ελαφρά και σπαστικά συνεχώς στο κούτελο θέλοντας να σου θυμίσει όλα αυτά που παλεύεις με τόσο κόπο να ξεχάσεις.. Με κόπο σιωπής... Για να μην πληγώσεις άδικα, να μην πληγωθείς.. Να μη ξεσπάσεις, να μην πέσεις και σπάσεις, ν' αντέξεις.. Στο χρόνο, στις λέξεις, τις σκέψεις...
Και τώρα μοιάζω κάπως καλύτερα (ίσως επειδή δε γίνεται χειρότερα).. Περπατάω. Σε κάθε στροφή στρίβω, σε κάθε διάβαση αλλάζω κατεύθυνση.. Και πάντα όπου μπορώ απ' τη μεριά του δρόμου. Δε μπορώ τα πεζοδρόμια, με πιάνει κλειστοφοβία. Τα πεζοδρόμια είναι για τ' αυτοκίνητα, άκουσα ένα "κιθαρίστα του Θεού" να λέει μια μέρα καθώς περνούσα από δίπλα του, στη μέση του δρόμου..!
Το εκνευριστικό χέρι ευτυχώς τώρα έφυγε απ' το κεφάλι μου.. Είχα πει θα κάτσω λίγο, αλλά μετά από τόση ώρα χάθηκα.. Στις σκέψεις του παρελθόντος πάλι.. Ηττημένος και αδύναμος κάθισα σ' ένα πεζούλι να κάνω ένα τσιγάρο. Αυτό που δεν έκανα ποτέ κι όμως συνέχεια καπνίζω.. Ούτε η μοναξιά δε με ήθελε δίπλα της.. Σε σιχάθηκα, μου είπε και αφού μαλώσαμε για τριακοστή τρίτη φορά πήρα το δρόμου του γυρισμού.. Και η βροχή ξανάστησε background ενώ εγώ κρατούσα ρυθμό με τις μπότες μου να βυθίζονται στα λασπόνερα.. Και να που φτάσαμε, που να μη φτάναμε.. Μπήκα μέσα και αμέσως έτρεξα πίσω σου, πίσω μου, σ' εκείνες τις φωτογραφίες.. Μα και πάλι παραμυθιάστηκα και τελικά τις έβαλα στη θέση τους καταπίνοντας την απορία.. Και είναι και άγευστη και δύσπεπτη να πάρει! Τις έβαλα στο συρτάρι των ξεχασμένων, των ανύπαρκτων, στο κομοδίνο και το τριπλοκλείδωσα.. Και σαν καλύτερη, κλασσική λύση, αφέθηκα στην αγκαλιά της κουβέρτας μου.. Καληνύχτα, μου ψιθύρισε και χάθηκε και η σκιά μου στο βασίλειο της νύχτας καθώς έκλεινα το φως του δωματίου με την ελπίδα να καταφέρω να κοιμηθώ και πάλι...
Και τα κατάφερα. Μα όταν ξύπνησα δεν ήταν εκεί. Ούτε καν το συρτάρι.. Μάλλον δεν ήταν ποτέ εκεί...
Πνίγομαι σ' αυτό το δωμάτιο τώρα, θέλω λίγο αέρα, καθαρό, ξένο. Που να μην το ξέρω και να μη με ξέρει. Θέλω να με χτυπήσει απότομα σαν τους βιαστικούς περαστικούς που δεν τους χωράει ο τόπος και μετά να με χαϊδέψει σαν το πιο γλυκό χέρι που γνώρισα ποτέ μου.. Και φυσικά μετά σαν σωστός άγνωστος θα μου ζητήσει μια τυπική συγγνώμη και εγώ θα τη δεχτώ και μ' ένα βεβιασμένο, μπαγιάτικο χαμόγελο θα φύγω.. Ένα χαμόγελο σαν αυτά που αφήνουν οι κλόουν μετά την τελευταία τους υπόκλιση και ύστερα εξαφανίζονται καθώς πέφτει το απρόσωπο εκείνο χειροκρότημα.. Και όταν το παιδάκι ρωτήσει για το που πήγε αυτός ο περίεργος τύπος, η μητέρα του θα το καθησυχάσει λέγοντάς του πως θα ξανάρθει.. Και εκείνος έρχεται και ξανάρχεται.. Και πάντα με το ίδιο χαμόγελο.. Ώσπου μια μέρα χάνεται στα χρώματά του και το παιδάκι μένει με την απορία..
Βγήκα στο μπαλκόνι μα δε μου 'φτασε.. Ντύθηκα πρόχειρα και πήγα μια βόλτα. Κάπου εκεί ανάμεσα στ' ανώνυμα και ξεχασμένα απ' τους ανθρώπους στενάκια μπας και βρω την ησυχία να μου κάνει λίγο παρέα όσο εγώ θα μιλάω μόνος μου.. Όσο θα της λέω τις αδιάφορες γι' αυτήν ιστορίες μου.. Όσες πια (θέλω να) θυμάμαι...
Και πάνω που βρήκα δύναμη να βγω, πάλι βρέχει εκεί έξω.. Κάτι τέτοιες ώρες μου τη σπάει η βροχή.. Όχι η πολύ, η λίγη.. Αυτή που ρίχνει αργά και βασανιστικά μία μία τις σταγόνες της στο μέτωπό μου και δε μ' αφήνει να ηρεμήσω, να ξεχαστώ.. Σαν ένα δάχτυλο, πιθανότατα δείκτης, που σε χτυπάει ελαφρά και σπαστικά συνεχώς στο κούτελο θέλοντας να σου θυμίσει όλα αυτά που παλεύεις με τόσο κόπο να ξεχάσεις.. Με κόπο σιωπής... Για να μην πληγώσεις άδικα, να μην πληγωθείς.. Να μη ξεσπάσεις, να μην πέσεις και σπάσεις, ν' αντέξεις.. Στο χρόνο, στις λέξεις, τις σκέψεις...
Και τώρα μοιάζω κάπως καλύτερα (ίσως επειδή δε γίνεται χειρότερα).. Περπατάω. Σε κάθε στροφή στρίβω, σε κάθε διάβαση αλλάζω κατεύθυνση.. Και πάντα όπου μπορώ απ' τη μεριά του δρόμου. Δε μπορώ τα πεζοδρόμια, με πιάνει κλειστοφοβία. Τα πεζοδρόμια είναι για τ' αυτοκίνητα, άκουσα ένα "κιθαρίστα του Θεού" να λέει μια μέρα καθώς περνούσα από δίπλα του, στη μέση του δρόμου..!
Το εκνευριστικό χέρι ευτυχώς τώρα έφυγε απ' το κεφάλι μου.. Είχα πει θα κάτσω λίγο, αλλά μετά από τόση ώρα χάθηκα.. Στις σκέψεις του παρελθόντος πάλι.. Ηττημένος και αδύναμος κάθισα σ' ένα πεζούλι να κάνω ένα τσιγάρο. Αυτό που δεν έκανα ποτέ κι όμως συνέχεια καπνίζω.. Ούτε η μοναξιά δε με ήθελε δίπλα της.. Σε σιχάθηκα, μου είπε και αφού μαλώσαμε για τριακοστή τρίτη φορά πήρα το δρόμου του γυρισμού.. Και η βροχή ξανάστησε background ενώ εγώ κρατούσα ρυθμό με τις μπότες μου να βυθίζονται στα λασπόνερα.. Και να που φτάσαμε, που να μη φτάναμε.. Μπήκα μέσα και αμέσως έτρεξα πίσω σου, πίσω μου, σ' εκείνες τις φωτογραφίες.. Μα και πάλι παραμυθιάστηκα και τελικά τις έβαλα στη θέση τους καταπίνοντας την απορία.. Και είναι και άγευστη και δύσπεπτη να πάρει! Τις έβαλα στο συρτάρι των ξεχασμένων, των ανύπαρκτων, στο κομοδίνο και το τριπλοκλείδωσα.. Και σαν καλύτερη, κλασσική λύση, αφέθηκα στην αγκαλιά της κουβέρτας μου.. Καληνύχτα, μου ψιθύρισε και χάθηκε και η σκιά μου στο βασίλειο της νύχτας καθώς έκλεινα το φως του δωματίου με την ελπίδα να καταφέρω να κοιμηθώ και πάλι...
Και τα κατάφερα. Μα όταν ξύπνησα δεν ήταν εκεί. Ούτε καν το συρτάρι.. Μάλλον δεν ήταν ποτέ εκεί...
5 σχόλια:
http://www.youtube.com/watch?v=WIVh8Mu1a4Q
(δωράκι από μένα για σένα. αν και η αλήθεια είναι ότι θέλω να σου τα σούρω. αλλά είπα να μην το κάνω. σήμερα είμαι πονόψυχος...)
Η δυνατή βροχή είναι όντως εκείνη που σε λυτρώνει, η ψιχάλες σου υπενθυμίζουν με αγένεια όσα είπες να πολεμήσεις, να σταθείς στα πόδια σου... κ.α.
Και γω στη θέση σου πάντως αυτό θα έκανα, θα έφευγα απ το σπίτι. Θα έφευγα γενικώς... γιατί δεν κάνεις ένα ταξιδάκι;
Σε κάποιο χωρίο ίσως...
εγώ την άλλη εβδομάδα θα πάω,
εκεί βρέχει σίγουρα καταρρακτωδώς :)
Άνοιξε τα μάτια μέσα από την κουβέρτα. Μέσα από τη ζέστη που θα προσφέρει στο κρύο, μοναχικό σώμα, θα λάμψει το συρτάρι, θα ξέρεις ότι οι φωτογραφίες τώρα απεικονίζουν τα πάντα...
Όχι! Μη σηκωθείς να το εξακριβώσεις!
Κλείσε τα μάτια και κοιμήσου καλέ μου, θα δεις στον ύπνο σου να ξεπετάγονται όλες με τη σειρά, κράτα ζωντανές τις αναμνήσεις αν αυτό θες... αλλά προχώρα, σπαράζει η καρδούλα μου όταν διαβάζω κάτι τέτοια από σένα...
Αποτέτοιε,
ωω! ευχαριστώ σας! :) Η πονοψυχία σου με συγκινεί όπως και το τραγούδι στο βιντεάκι επίσης.. Δεν το ήξερα.
Ε ναι, αυτή είναι Ταινία! Και τώρα που το λες, πρέπει να τη ξαναδώ.. Καιρό τώρα θέλω, αλλά όλο το αφήνω.. Κακώς ίσως...
Λες τελικά να με έσβησα και εγώ κάπως έτσι γι' αυτό να μη με βρίσκω?.. Χμμ..
Εγώ πάντως περίμενα να μου τα σούρεις είναι η αλήθεια... :P
Καλό βράδυ.. :)
Sweet truth,
είναι ίσως λίγο δύσκολο να το εξηγήσω, ακόμη και σ' εμένα..
Δε θέλω να κρατήσω ζωντανές τις αναμνήσεις, αλλά θέλω να ξέρω ότι υπάρχουν. Δε θέλω να ξεπεταχτούν όλες με τη σειρά μπροστά μου και να μου θυμίσουν ότι υπάρχουν, απλά θέλω να είναι εκεί στη θέση τους και ας μη χρειαστεί ν' ανοίξει ποτέ αυτό το συρτάρι..
Και δε θα σηκωθώ για να το εξακριβώσω, μόνο να πάω καμιά βόλτα, ίσως και ταξιδάκι.. ;)
Καλά να περάσεις τότε όπου κι αν πας, βρέξει χιονίσει.. :) Και εμείς καλά θα 'μαστε να 'σαι σίγουρη. Άλλωστε τώρα τουλάχιστον είμαι πολύ καλά και χαρούμενος μπορώ να πω και ας μην το δείχνω τόσο.. ;)
Καλή σου νύχτα και σ' ευχαριστώ.. Φιλιά! :*
Σκέψεις. . .
Οι αναμνήσεις μου... όχι μας αλλά μου, αυτές που με πληγώνουν που με πονάνε, αυτές που θέλω να ξεχαστούν μα όχι να χαθούν γιατί γνωρίζω πως ακόμη και αν με πονάνε είναι ένα κομμάτι δικό μου και κάθε κομμάτι είναι απαραίτητο αλλιώς η εικόνα θαμπή και ψεύτικη.
Θα ήθελα να υπάρχουν χωρίς να πονάνε τόσο να τις ξεθάβω όταν θέλω, όταν μπορώ μα όχι να χαθούν γιατί γνωρίζω πως αυτές που πονάνε κρύβουν την μεγαλύτερη αλήθεια μου ίσως την μόνη αλήθεια μου.
Για κάποιο περίεργο λόγο μόνο στις αναμνήσεις μου δεν μπορώ να πω ψέματα στον εαυτό μου λέω κάθε μέρα για να μπορώ να υπάρχω.
Τι ειρωνία είμαι αυτό που θέλω να ξεχάσω για να μπορώ να υπάρχω μα αν το ξεχάσω θα πάψω να υπάρχω...
Ανώνυμε,
άμα αυτές κρύβουν τη μεγαλύτερη αληθειά σου δεν έχεις λόγο να ψάχνεσαι.. Απλά μαθαίνεις να ζεις μ' αυτές όσο κι αν πονάνε.. (Απ' τη στιγμή βέβαια πάντα που δε μπορείς να κάνεις κάτι για να τ' αλλάξεις..)
Θες να ξεχάσεις, μα όχι να χάσεις. Θες να υπάρχεις, μα όχι να πονάς. Εμ εσύ τα θες όλα δικά σου! :P
Εγώ απλά ρώτησα που πήγαν τα λίγα μου.. :S
Σπέρα! :)
Δημοσίευση σχολίου